.............................................................................. με ειδήσεις και νέα από τον ιστορικό Μοριά

στον ιστορικό Μοριά...

    ~Η Πελοπόννησος είναι η μεγαλύτερη χερσόνησος της Ελλάδας, και ένα από τα εννέα γεωγραφικά της διαμερίσματα. Πληθυσμός: 1,1 εκατ. (2011) Βικιπαίδεια

~~~~~~~~~~~~~~~~~~

~~~~~~~~~~~~~~~~~~
..........................................................Δείτε εδώ, στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας ...........

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

Filmhouse // Νέα Κινηματογραφική Λέσχη Καλαμάτας - Προβολές Λέσχης Μαρτίου


ΓΥΝΑΙΚΑ

Είναι αλήθεια ότι ένα σπουδαίο γεγονός, μια ιδέα, ένα ιδανικό ή έναν αγώνα πρέπει να το μνημονεύουμε στην καθημερινότητά μας και όχι μόνο την ημέρα του χρόνου που είναι αφιερωμένη σε αυτό. Συχνά όμως μια παγκόσμια ημέρα δίνει το έναυσμα να εστιάσουμε λίγο περισσότερο σε ένα θέμα και έτσι λοιπόν, με αφορμή την παγκόσμια η μέρα της γυναίκας ο Μάρτιος της Λέσχης είναι  «Γένος Θηλυκού».



Ο ανδροκρατούμενος κατά κανόνα κινηματογραφικός φακός απαθανάτισε τη γυναικεία ομορφιά, τη σαγηνευτική της φύση και τον ερωτισμό της, προβάλλοντας αναπόφευκτα πάνω στην εικόνα της όλες τις φοβίες, τις φαντασιώσεις και τις στερεότυπες ιδέες του για αυτή. Πέρα όμως από ερωτικό αντικείμενο η γυναίκα, το θηλυκό, το ωραίο φύλο, το αδύναμο φύλο ή όπως αλλιώς  χαρακτηρίζεται κατά καιρούς, δεν παύει να είναι ανθρώπινο ον, και όπως κάθε ανθρώπινο ον είναι πολυσχιδές, πολυδιάστατο και μοναδικό.
 
trailer.-

Το αφιέρωμα αυτό επιχειρεί μια κάπως πιο διαφορετική προσέγγιση της γυναικείας υπόστασης, ξεγλιστράει από το «κλισέ» του ζευγαριού «θηλυκό - αρσενικό» και αποστασιοποιείται από την ερωτική της φύση, προβάλλοντας άλλες πτυχές της, πιο σκοτεινές,  πιο τραγικές, πιο ανθρώπινες. Ξεκινώντας με το οσκαρικό ψυχογράφημα δύο γυναικών του  Τζόσεφ Μάνκιεβιτς, το ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΑ (2/3) αποκαλύπτει την αδίστακτη πλευρά του γυναικείου νου, που υποκινείται από την υπέρμετρη φιλοδοξία και τη ματαιοδοξία της αναγνώρισης.
Ένα άλλο δίδυμο, πιο μυστηριώδες και πιο δολοφονικό, μετουσιώνει τη γυναίκα θύμα σε γυναίκα θύτη, έχει μείνει στην ιστορία ως το φιλμ νουάρ που συναγωνίζεται και ίσως ξεπερνά τις ταινίες του Χίτσκοκ και δεν είναι άλλο από τις ΔΙΑΒΟΛΟΓΥΝΑΙΚΕΣ (23/3) του Ανρί Ζορζ Κλουζό. Αντίθετα, η φαντασιόπληκτη Μπεατρίς και η εσωστρεφής Ντονατέλα, τρόφιμοι ψυχιατρικής κλινικής, ακροβατούν στα όρια της λογικής και της τρέλας στο ξέφρενο road movie του Πάολο Βίρτζι H ΤΡΕΛΗ ΧΑΡΑ (30/3).

Στο αφιέρωμα αυτό έχει επάξια θέση και η τετραπέρατη θηλυκή πεντάδα του Τζαφάρ Παναχί, μέσα από την γλυκόπικρη ταινία του OFFSIDE (16/3), όπου με χιούμορ, οργή και σπιρτάδα εκθέτει το πρόβλημα των δικαιωμάτων της γυναίκας στη σημερινή ιρανική κοινωνία. Τέλος, στο αποκορύφωμα του δράματος δεσπόζει η τραγική γυναίκα, μάνα,  σύζυγος, αδερφή,  κόρη, η γυναίκα θύμα πολέμου,  μέσα από την βαθιά αντιπολεμική και διαχρονική τραγωδία του Ευριπίδη, ειδομένη από την καθηλωτική ματιά του Μιχάλη Κακογιάννη και τις ΤΡΩΑΔΕΣ του (9/3).


ΜΑΡΤΙΟΣ

ΠΕΜΠΤΗ 02 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30   Όλα για την Εύα – All About Eve [1950]
σκηνοθεσία: Joseph L. Mankiewicz
παίζουν: Bette Davis, Anne Baxter, George Sanders
διάρκεια: 138 λεπτά
χώρος - Εργατικό Κέντρο / ώρα -- 21:30 / είσοδος -- 4 ευρώ/ είσοδος ελεύθερη -- για νέους κάτω των 18 ετών


ΠΕΜΠΤΗ 09 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30   Τρωάδες - The Trojan Women [1971]
σκηνοθεσία: Μιχάλης Κακογιάννης
παίζουν: Katharine Hepburn, Vanessa Redgrave, Ειρήνη Παππά
διάρκεια: 105 λεπτά
χώρος - Εργατικό Κέντρο / ώρα -- 21:30 / είσοδος -- 4 ευρώ/ είσοδος ελεύθερη -- για νέους κάτω των 18 ετών


ΠΕΜΠΤΗ 16 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30  Offside [2006]
σκηνοθεσία: Jafar Panahi
παίζουν: Sima Mobarak-Shahi, Shayesteh Irani
διάρκεια: 93 λεπτά
χώρος - Εργατικό Κέντρο / ώρα -- 21:30 / είσοδος -- 4 ευρώ/ είσοδος ελεύθερη -- για νέους κάτω των 18 ετών

ΠΕΜΠΤΗ 23 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30   Οι Διαβολογυναίκες - Les diaboliques [1955]
σκηνοθεσία: Henri-Georges Clouzot
παίζουν: Simone Signoret, Véra Clouzot
διάρκεια: 116 λεπτά
χώρος - Εργατικό Κέντρο / ώρα -- 21:30 / είσοδος -- 4 ευρώ/ είσοδος ελεύθερη -- για νέους κάτω των 18 ετών


ΠΕΜΠΤΗ 30 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30   Η Τρελή Χαρά – La Pazza Gioia [2016]
σκηνοθεσία: Paolo Virzì
παίζουν: Valeria Bruni Tedeschi, Micaela Ramazzotti
διάρκεια: 118 λεπτά
χώρος - Εργατικό Κέντρο / ώρα -- 21:30 / είσοδος -- 4 ευρώ/ είσοδος ελεύθερη -- για νέους κάτω των 18 ετών

www.filmhouse.gr




ΠΕΜΠΤΗ 02 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30   Όλα για την Εύα – All About Eve [1950]
σκηνοθεσία: Joseph L. Mankiewicz
παίζουν: Bette Davis, Anne Baxter, George Sanders
διάρκεια: 138 λεπτά
χώρος προβολής – αμφιθέατρο Θόδωρος Αγγελόπουλος, Εργατικό Κέντρο
ώρα προβολής -- 21:30
είσοδος -- 4 ευρώ
είσοδος ελεύθερη -- για νέους κάτω των 18 ετών

Μια ντίβα του Broadway περιβάλλεται από τη δική της αυλή και δεν γνωρίζει πόσο εύθραυστος είναι ο κόσμος της, μέχρι τη στιγμή που εισβάλλει δυναμικά σε κάθε πτυχή της ζωής της μια ανταγωνίστρια με τη μάσκα της θαυμάστριας και βάζει μπρος το υποχθόνιο σχέδιό της.

Το All About Eve είναι ένα ψυχολογικό δράμα με έντονα στοιχεία μαύρης κωμωδίας και αποτελεί το ευφυές ψυχογράφημα δύο γυναικών που καταλήγουν αντίπαλες drama queens στη θεατρική σκηνή των φιλοδοξιών τους. Παράλληλα είναι μια διατριβή πάνω στις ανθρώπινες νευρώσεις και στις σκοτεινές προθέσεις που διέπουν τις σχέσεις των ανθρώπων. 

Ο Mankiewicz βασίστηκε στο διήγημα “The Wisdom of Eve” της Mary Orr και έγραψε ένα υποδειγματικό σενάριο με ανεπανάληπτους χαρακτήρες και εκπληκτικούς διαλόγους. Με τη λιτή δε σκηνοθεσία του, εστιάζει στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών με τρόπο που παρασύρει στο συναίσθημα της κάθε στιγμής και καθηλώνει!

Προτάθηκε για 14 βραβεία Όσκαρ (ρεκόρ υποψηφιοτήτων) αποσπώντας τελικά 6, μεταξύ των οποίων, καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου και Β’ ανδρικού ρόλου. Το 1997 χαρακτηρίστηκε από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου ως η 16η καλύτερη ταινία όλων των εποχών.



ΠΕΜΠΤΗ 09 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30   Τρωάδες - The Trojan Women [1971]
σκηνοθεσία: Μιχάλης Κακογιάννης
παίζουν: Katharine Hepburn, Vanessa Redgrave, Ειρήνη Παππά
διάρκεια: 105 λεπτά
χώρος προβολής – αμφιθέατρο Θόδωρος Αγγελόπουλος, Εργατικό Κέντρο
ώρα προβολής -- 21:30
είσοδος -- 4 ευρώ
κατάλληλο από 17 ετών

Μετά την πτώση της Τροίας οι αιχμάλωτες γυναίκες περιμένουν να επιβιβαστούν στα πλοία που θα τις μεταφέρουν στην Ελλάδα. Ανάμεσά τους, η βασίλισσα Εκάβη που θρηνεί το χαμό της οικογένειας και της πόλης της και η χήρα του Έκτορα, η Ανδρομάχη, η οποία πρόκειται να αντιμετωπίσει ακόμα μια τραγωδία, καθώς οι νικητές σκοτώνουν το νεαρό σε ηλικία γιο της. Και ενώ ο Μενέλαος συναντά την άπιστη Ελένη, την αιτία αυτού του πολέμου, η μάντισσα Κασσάνδρα προμηνύει τα κακά που θα βρουν τους νικητές στο δρόμο για την πατρίδα.

Οι Τρωάδες είναι η ιστορία μιας γυναίκας που έχασε τους γιους της και βλέπει να χάνονται και οι κόρες της. Αυτή η γυναίκα θα μπορούσε να υπάρχει και σήμερα. Ο Ευριπίδης έγραψε τις Τρωάδες για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο. Νιώθοντας φρίκη από τη σφαγή που διέπραξαν οι Αθηναίοι στη Μήλο, ήθελε – χρησιμοποιώντας τον πόλεμο της Τροίας – να αφυπνίσει τους συγχρόνους του ενάντια στον μιλιταρισμό, στον πόλεμο και στην καταπίεση. Ο Ευριπίδης, ακόμη κι αν επρόκειτο να πληρώσει με εξορία το κουράγιο του, τόλμησε να βγάλει μια κραυγή εξέγερσης.

«Φτιάχνοντας αυτή την ταινία, ήθελα να ταυτίσω την δική μου κραυγή με την δική του, επειδή και σήμερα πρέπει να αφυπνισθούν οι άνθρωποι.» (Μ. Κακογιάννης).



ΠΕΜΠΤΗ 16 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30  Offside [2006]
σκηνοθεσία: Jafar Panahi
παίζουν: Sima Mobarak-Shahi, Shayesteh Irani
διάρκεια: 93 λεπτά
χώρος προβολής – αμφιθέατρο Θόδωρος Αγγελόπουλος, Εργατικό Κέντρο
ώρα προβολής -- 21:30
είσοδος -- 4 ευρώ
είσοδος ελεύθερη -- για νέους κάτω των 18 ετών

Έχοντας ως Δούρειο Ίππο το Ποδόσφαιρο, ο ακτιβιστής Ιρανός σκηνοθέτης Τζαφάρ Παναχί καταφέρνει να μας ενημερώσει για τα πλείστα κακώς κείμενα προσπαθεί το Ιράν να κρύψει κάτω από τα –περσικά- χαλιά του. Έξι γυναίκες, μεταμφιεσμένες σε άνδρες με σκοπό να μπορέσουν να παρακολουθήσουν τον προκριματικό αγώνα μεταξύ Ιράν και Μπαχρέιν για τα τελικά του παγκοσμίου κυπέλλου ποδοσφαίρου του 2006, γίνονται αντιληπτές και συλλαμβάνονται. Παρόλα αυτά, δεν το βάζουν κάτω και θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο που διαθέτουν για να βιώσουν την εξέλιξη του παιχνιδιού.

Οι πρωταγωνίστριες μετατρέπονται σε σύγχρονες «Καλλιπάτειρες», και τονίζουν το ανισοβαρές και οξύμωρο status quo μίας ανδροκρατούμενης κοινωνίας που απέχει παρασάγγας από την οποιαδήποτε μορφή ηθικής και δικαιοσύνης. Η κάμερα είναι μονίμως στο χέρι και η ταινία γυρίστηκε κατά τη διάρκεια του πραγματικού αγώνα, αποκλειστικά με ερασιτέχνες ηθοποιούς.




ΠΕΜΠΤΗ 23 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30   Οι Διαβολογυναίκες - Les diaboliques [1955]
σκηνοθεσία: Henri-Georges Clouzot
παίζουν: Simone Signoret, Véra Clouzot
διάρκεια: 116 λεπτά
χώρος προβολής – αμφιθέατρο Θόδωρος Αγγελόπουλος, Εργατικό Κέντρο
ώρα προβολής -- 21:30
είσοδος -- 4 ευρώ
είσοδος ελεύθερη -- για νέους κάτω των 18 ετών

Η εξαπατημένη αδύναμη σύζυγος και η μυστηριώδης αισθησιακή ερωμένη, δολοφονούν το σαδιστή διευθυντή ενός σχολείου, που είναι σύζυγος της πρώτης και εραστής της δεύτερης και ρίχνουν το πτώμα στη βρώμικη πισίνα. Όταν αδειάζουν την πισίνα το πτώμα λείπει...

Ένα από τα καλύτερα και πλέον πεσιμιστικά φιλμ νουάρ στην ιστορία του σινεμά και ένα απ’ τα κορυφαία έργα του γαλλικού κινηματογράφου. Βασίζεται στη νουβέλα των Pierre Boileau και Thomas Narcejac «Celle qui n’ était plus», τα δικαιώματα της οποίας είχε ζητήσει και ο Άλφρεντ Χίτσκοκ αλλά τον πρόλαβε ο Κλουζό. Λέγεται μάλιστα ότι σκηνοθέτησε το «Ψυχώ» για να πάρει πίσω τον τίτλο του μετρ της αγωνίας! Για την ιστορία ο Χίτσκοκ κατάφερε και πήρε τα δικαιώματα άλλης νουβέλας των δύο συγγραφέων κι έτσι προέκυψε το Vertigo.

Οι συνεχείς ανατροπές στην πλοκή και η μουντή ατμόσφαιρα, με τη βοήθεια της υπέροχης ασπρόμαυρης φωτογραφίας, της έξυπνης αξιοποίησης των ντεκόρ και της αντικατάστασης της μουσικής επένδυσης από φυσικούς ήχους, συνθέτουν ένα μνημειώδη ογκόλιθο, που παρακολουθείται με κομμένη την ανάσα, ενώ οι δύο πρωταγωνίστριες βγάζουν καταπληκτική χημεία μεταξύ τους,  ενσαρκώνοντας δύο εκ διαμέτρου αντίθετους χαρακτήρες.

Η ταινία αυτή στο πέρασμα του χρόνου καθόρισε την έννοια του θρίλερ και προσέφερε παράδειγμα προς μίμηση σε άπειρες ταινίες του είδους.




ΠΕΜΠΤΗ 30 ΜΑΡΤΙΟΥ
21.30   Η Τρελή Χαρά – La Pazza Gioia [2016]
σκηνοθεσία: Paolo Virzì
παίζουν: Valeria Bruni Tedeschi, Micaela Ramazzotti
διάρκεια: 118 λεπτά
χώρος προβολής – αμφιθέατρο Θόδωρος Αγγελόπουλος, Εργατικό Κέντρο
ώρα προβολής -- 21:30
είσοδος -- 4 ευρώ
είσοδος ελεύθερη -- για νέους κάτω των 18 ετών

Η ταινία περιστρέφεται γύρω απο δύο γυναίκες, την Ντονατέλα και την Βεατρίκη, οι οποίες είναι τρόφιμοι της ίδιας ψυχιατρικής κλινικής.  Αν και προέρχονται από τελείως διαφορετικούς κόσμους, όταν τους δίνεται η ευκαιρία να δραπετεύσουν απο την κλινική, ενώνουν τις δυνάμεις τους και ξεκινούν ένα απίστευτο ταξίδι στην ιταλική εξοχή. 

Ο Πάολο Βίρτζι είναι γνωστός στο κοινό για το ιδιαίτερο στυλ του, ειδικά για τον τρόπο απεικόνισης των γυναικείων χαρακτήρων του. Μέσα στα πλαίσια της κωμωδίας καταφέρνει να τονίσει όχι μόνο τη γυναικεία δύναμη, αλλά και τον αντίκτυπο που έχουν οι ψυχικές διαταραχές στην ψυχοσύνθεση και την καθημερινότητα των χαρακτήρων, καθώς και την ομορφία που κρύβουν μέσα τους οι ατέλειές μας.

Η ταινία ήταν υποψήφια για το Βραβείο Καλύτερης Ερμηνείας στα Ευρωπαικά Βραβεία Κινηματογράφου, Καλύτερου Σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ του Σικάγο και έχει κερδίσει βραβεία κοινού σε διάφορα φεστιβάλ κινηματογράφου στην Ευρώπη.


Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2017

ΑΠΟΚΡΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟ


            ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΟΥ           
                   ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΖΩΡΤΖΗ ΑΝΩΜΗΤΡΗ   

ΤΗΣ ΜΕΝΤΗ-ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΙΔΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗΣ (Σύνης)του Σπυρίδωνος, Καθηγήτρια-Νομικός

Για τους Λαφονησιώτες, και τις Λαφονησιώτισσες, όπως και για τους τους Έλληνες απανταχού, οι Αποκριές είναι συνώνυμο της χαράς, του κεφιού, της ευθυμίας, της εκτόνωσης, της διασκέδασης του ξεφαντώματος.


Καθαρά Δευτέρα στην Ελαφόνησο τη δεκαετία του 50 (φωτογραφία από το βιβλίο
¨Ελαφονήσι το Σμιγοπέλαγο Νησί” του συγγραφέα - πανεπιστημιακού, Κων/νου Σπ. Μέντη)

ΕΙΝΑΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ (ΓΙΩΡΓΟΥΛΗ) Κ. ΜΕΝΤΗ, ΔΙΠΛΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΤΑΣΑΚΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΙΝΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΥΘΗΡΑ, ΠΟΥ ΕΦΤΑΣΕ ΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑ ΤΩΝ 118 ΧΡΟΝΩΝ, ΕΙΧΕ 15 ΠΑΙΔΙΑ... ΚΑΙ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΑ ΕΓΓΟΝΙΑ ΤΗΣ, ΤΑ ΔΙΣΕΓΓΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΙΣΕΓΓΟΝΙΑ ΤΗΣ.. ΞΕΠΕΡΝΟΥΣΕ ΤΟ ΜΙΣΟ ΠΛΗΘΥΣΜΟ ΤΗΣ ΕΛΑΦΟΝΗΣΟΥ ΤΟΤΕ. ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΚΟΥΛΗ.
 Η οικογένεια Κων/νου Σπ. Μέντη (διακρίνεται μπροστά στο κέντρο του τραπεζιού) με συγγενείς και φίλους την Καθαρά Δευτέρα. Γύρω από το τραπέζι η σύζυγος του Ευφροσύνη Μέντη (το γένος Λιάρου), όρθια όπισθεν αριστερά,  οι γιοι του Σπυρίδων, Παναγιώτης (Ποτούλης) και Γιωργουλης Μέντης, οι σύζυγοί τους Ζαχάρω (το γ. Μελά - Ψαρομάτη), Ματίνα (το γ. Λαλούση) και ΄Αννα (το γ. Πασσάκου), τα εγγόνια και η οικογένεια του Νικολού Μέντη (αριστερά). Έμπροσθεν και λίγο δεξιά ξεχωρίζει ο αείμνηστος δάσκαλος του νησιού Παρασκευάς Μέγρης και όπισθεν του (ημιόρθιος) ο ανταποκριτής στην Αυστραλία  της εφημ. Ελαφονήσου Τζώρτζης Πασσάκος, ο Βαγγέλης Πασσάκος, μελη της οικ. Λαλούση κ.α.

 Κυριακή της Κρεατινής (της Απόκρεω) 
Την Κρεατινή (Κυριακή της Απόκρεω) συγκεντρώνονταν σε συγγενικά σπίτια για να αποκριέψουν (αποκρέψουν). Η κάθε νοικοκυρά έφτιαχνε το φαγητό της, το οποίο ήταν, συνήθως, κρέας κοκκινιστό με μακαρόνια. Οι νοικοκυρές συναγωνίζονταν ποια θα φτιάξει το πιο νόστιμο. Όλα τα μέλη των οικογενειών κρατούσαν τσουπλέκια (σκεύη), καρέκλες, σκαμνιά, σοφράδες και ξεκινούσαν για να πάνε στα σπίτια που τους είχαν προσκαλέσει.
Η χαρά των παιδιών ήταν πολύ μεγάλη, γιατί δοκίμαζαν άλλες γεύσεις φαγητών πέρα του καθημερινού που παρασκεύαζε η μητέρα τους. Επιπλέον συναντούσαν εκεί τα ξαδέλφια τους. Τα παιδιά, όταν ήταν μικρό το σπίτι, σύνηθες για την εποχή εκείνη, τους έστρωναν κάτω από το τραπέζι, που έτρωγαν οι μεγάλοι, ένα τραπεζομάντιλο και έτρωγαν εκεί. Από το σημείο εκείνο έκαναν ό,τι λογής σκανταλιά, μπορείς να φανταστείς. Δεν είχαν άμεση οπτική επαφή με τους γονείς τους κι ούτε αυστηρή επιτήρηση.
Άρχιζε το φαγοπότι με ευχές, αστεία, τραγούδια κι ύστερα χορό. Πλούσιος, επίσης, έρεε ο οίνος που εύφρανε τους ουρανίσκους τόσο των συνδαιτυμόνων, όσο και των επισκεπτών. Επισκέπτες ήταν οι μουσκαράδες (μασκαράδες), οι οποίοι ντύνονταν με αυτοσχέδιες στολές. Κάλυπταν τα πρόσωπά τους με μουτσούνες (μάσκες) ή μαντήλια για να μην αναγνωρίζονται. Τους έδιναν μεζέ και κρασί. Όταν στο σπίτι χόρευαν, έμπαιναν κι οι μουσκαράδες (μασκαράδες) στο χορό. Ποτέ, όμως δεν αποκάλυπταν την ταυτότητά τους. Έκαναν αγώνες στοιχημάτων μεταξύ τους οι οικοδεσπότες και οι επισκέπτες για το ποιος είναι ο κάθε μασκαράς. Όταν έμπαιναν στο χορό προσπαθούσαν από τα τσαλίμια τους (τις κινήσεις τους) να ανακαλύψουν την ταυτότητά τους. Πολλές φορές έφευγαν δίχως να φανερώσουν την ταυτότητα τους,αφήνοντας τους οικοδεσπότες και τους καλεσμένους να αναρωτιούνται ποιοι ήταν. Άλλες φορές έβγαζαν τη μάσκα και αποκαλύπτονταν. Ευχαριστούσαν τη συντροφιά, εύχονταν και του χρόνου, καληνύχτιζαν και έφευγαν για να συνεχίσουν τις επισκέψεις τους. Ούτε και έπρεπε κάποιος να τους αποκαλύψει. Αν κάποιο παιδί αναγνώριζε κάποιον και τον φανέρωνε, οι γονείς του το μάλωναν έντονα.
Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν κασετόφωνα, pick – ups, στερεοφωνικά, cds, p.c.s. Υπήρχαν μόνο γραμμόφωνα, τα οποία διέθεταν μόνο τα καφενεία. Επίσης ούτε όλοι γνώριζαν κάποιο μουσικό όργανο. Έτσι τραγουδούσαν χωρίς τη συνοδεία οργάνων με το στόμα (α καπέλα). Το εγχείρημα αυτό αναλάμβαναν οι καλλίφωνοι της συντροφιάς, οι οποίοι τραγουδούσαν σόλο και οι υπόλοιποι επαναλάμβαναν τη στροφή του τραγουδιού. Οι μασκαράδες χόρευαν λίγο και στη συνέχεια έφευγαν για να επισκεφτούν και άλλα σπίτια. Σε όλα τα σοκάκια της Ελαφονήσου συναντούσες μασκαράδες με τα φακά (φακούς) στο χέρι, γιατί την εποχή εκείνη δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα, να γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι, να τρώνε, να πίνουν και να διασκεδάζουν. Μετά την Κυριακή της Κρεατινής (της Απόκρεω) έπαυε η κρεοφαγία. 

Κυριακή, της Τυρινής
Η επόμενη τελευταία εβδομάδα των Αποκριών είναι η «Τυρινή». Το έθιμο επαναλαμβανόταν ακριβώς όπως και την Κυριακή της Κρεατινής (της Απόκρεω). Η διαφορά μόνο ήταν στα εδέσματα και τα σπίτια. Τώρα έπρεπε να συγκεντρωθούν σε άλλο συγγενικό σπίτι. Καθώς, όπως προαναφέραμε, απείχαν από το κρέας, το κύριο συστατικό των τροφών ήταν το τυρί, εξού και το όνομα “Τυρινή”.  Έτσι έτρωγαν την Κυριακή αυτή τυρόπιτες, χορτόπιτες παρασκευασμένες με χόρτα άγρια και τυρί, μακαρόνια με τυρί, χυλοπίτες με γάλα, αυγά, γάλα και τυροκομικά είδη. Φυσικά δεν απουσίαζαν από το τραπέζι και τα τηγανιτά ψάρια, συνοδευτικό φαγητό όλων των Λαφονησιώτικων πιάτων.
Αφού σταύρωναν το τραπέζι και πριν αρχίσουν το φαγητό, έπαιρναν μια πιρουνιά μακαρόνια, την έβαζαν στο στόμα τους και έκαναν “κλου κλου κλου”, μιμούμενοι την κλώσα. Αυτό το έκαναν για κλωσήσουν οι κότες τους. Τη Σαρακοστή, επειδή νήστευαν και δεν έτρωγαν αυγά, τα έβαζαν για να τα επωάσουν οι κότες. Έβαζαν “κλωσούδες”, όπως έλεγαν. Πρώτα,όμως, έπρεπε να κλωσήσουν οι κότες. Γι' αυτό είχαν αυτό το έθιμο με τα μακαρόνια της Τυρινής.
Μετά άρχιζε το φαγοπότι και το πήγαινε έλα των μασκαράδων στα σπίτια. Διασκέδααζαν μικροί μεγάλοι ως τις πρώτες πρωινές ώρες. Τα φαγητά που περίσσευαν τα έριχναν στις κότες και τα γουρούνια. Δεν έπρεπε να μείνει τίποτε, γιατί ξημέρωνε Καθαρή Δευτέρα κι έπρεπε να τα “καθαρίσουν” όλα.

Καθαρή Δευτέρα
Η Καθαρή Δευτέρα είναι η πρώτη μέρα της Σαρακοστής (Μεγάλης Τεσσαρακοστής). Την ημέρα αυτή από το πρωί μαζεύονταν σε άλλο συγγενικό σπίτι. Αν το επέτρεπε ο καιρός έστρωναν τα τραπέζια έξω από το σπίτι σε βεράντες, αυλές, κήπους. Η Καθαρή Δευτέρα αποτελούσε συνέχεια στο πνεύμα της Αποκριάς. Οι Λαφονησιώτες πιστοί στις παραδόσεις δεν αρτευόντουσαν αυτή την ημέρα (δεν κατάλυαν ζωικές τροφές ούτε και λάδι). Οι νοικοκυρές άλλες ζύμωναν στους φούρνους τους (τότε δεν υπήρχαν αρτοποιεία για να παρασκευάζουν λαγάνες). Το πρώτο ψωμί που έβγαζαν το έλεγαν λαγάνι. Όμως αυτό δεν το παρασκεύαζαν όπως τις σημερινές λαγάνες. Ήταν όπως το κανονικό ψωμί που ζύμωναν.
Άλλες πήγαιναν στη θάλασσα για να μαζέψουν πεταλίδες, μπομπόλια και αχινιούς (αχινούς).
Άλλες πήγαιναν στον αυλόκηπό τους να μαζέψουν και να πλύνουν φρέσκα λαχανικά όπως: κρεμμυδάκια, ραπανάκια, μαρούλια. Το γεύμα απαρτιζόταν κι από άλλα νηστίσιμα όπως: ελιές που δεν έλειπαν από κανένα λαφονησιώτικο σπίτι, χαλβά, ταραμά, βορβοί (βολβοί) που τους είχαν βγάλει από τα σπλάχνα της ελαφονησιώτικης γης, χταπόδια και βραστές πατάτες.
Στο τέλος πήγαινε η καθεμιά τα εδέσματα που είχε προετοιμάσει, στο σπίτι που θα έτρωγαν.
Την ημέρα αυτή εκτός από τους μασκαράδες, επισκέπτονταν τις συγκεντρωμένες παρέες και πολλοί ξένοι. Οι ξένοι αυτοί ήταν κυρίως Βιγκλαφιώτες, Βατικιώτες και άλλοι Λάκωνες από τις γύρω περιοχές. Ακόμη κι απ' την πρωτεύουσα του νομού, τη Σπάρτη κατέφθαναν. Ως είθισται, την Καθαρά Δευτέρα τη γιορτάζουν κοντά στη θάλασσα. Οι επισκέπτες λοιπόν αυτοί έρχονταν να γιορτάσουν, να περάσουν τα 'Κούλουμα' στις παραλίες της Ελαφόνησου μιας και είναι το μοναδικό νησί της Λακωνίας και βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την Πελοποννησιακή στεριά.
Οι Ελαφονησιώτες που φημίζονταν για τη φιλοξενία τους, τους καλούσαν στο τραπέζι τους λέγοντάς τους: “κοπιάστε να φάμε” και τους κερνούσαν μεζέ και κρασί.

Πέταγμα του αϊτού (χαρταετού)
Μετά το φαγητό ή πριν από αυτό, τα Λαφονησιωτάκια εκείνης της εποχής πήγαιναν στο Κοντογόνι και στον Καλόγερα, κρατώντας σφιχτά και με καμάρι στα χέρια τους τους χειροποίητους αϊτούς τους (χαρταετούς) για να τους αμολήσουν (να τους πετάξουν).
Τους χαρταετούς αυτούς τα παιδιά τους ετοίμαζαν με περισσή φροντίδα εβδομάδες πριν. Δεν υπήρχαν εκείνη την εποχή τότε έτοιμοι στο εμπόριο για να τους προμηθευτούν. Έτσι για να τηρήσουν το έθιμο της Καθαράς Δευτέρας,τους έφτιαχναν μόνα τους. Έπαιρναν τρία κομμάτια ξύλου,το μήκος των οποίων κυμαινόταν από 20-60 εκατοστά,ανάλογα με την προτίμηση του καθενός. Τα λείαιναν ώστε να γίνουν επίπεδα και στη συνέχεια τα έδεναν μεταξύ τους με σπάγκο σε σχήμα κανονικού εξαγώνου. Κατόπιν έπαιρναν μπλε χαρτί, από αυτό που έντυναν τα τετράδιά τους, το τοποθετούσαν πάνω στα ξύλα και το έκοβαν στο σχήμα και το μέγεθος του εξαγώνου, αφήνοντάς του δύο τρία εκατοστά περιθώριο. Έντυναν μ' αυτό τα ξύλα και τα περιθώρια του χαρτιού τα γύριζαν και τα κολλούσαν με αλευρόκολλα. Σε δύο άκρα του χαρταετού έδεναν την ουρά με σπάγκο. Την ουρά την έφτιαχναν με χρωματιστά χαρτιά. Το μήκος της έπρεπε να είναι τουλάχιστον τρεις φορές μεγαλύτερο από αυτό του χαρταετού. Στα αντίθετα άκρα από αυτά της ουράς,έδεναν τα ζύγια,τα οποία αποτελούσαν το σπουδαιότερο τμήμα,γιατί σ' αυτά έγκειται το πέταγμα του χαρταετού. Τα ζύγια σχημάτιζαν ένα ισοσκελές τρίγωνο από σπάγκο. Στο σημείο της ένωσής τους έδεναν την καλούμα (σπάγκο) για να τους συγκρατούν κατά τη διάρκεια της “πτήσης”. Ο χαρταετός τώρα ήταν έτοιμος να “πετάξει”. Περίμενε στην άκρη ως την Καθαρή Δευτέρα”. Τα παιδιά ικανοποιημένα από το έργο τους ανυπομονούσαν να έρθει η μέρα αυτή. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση για ένα παιδί από τη χαρά της δημιουργίας. Κανένα παιχνίδι, όσο ακριβό κι αν είναι αυτό, δεν προσφέρει τόση ευχαρίστηση στο παιδί, όσο αυτό που το έχει φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια.
Όταν έφταναν στις παραλίες του νησιού με βοηθό τον άνεμο, που συνήθως πνέει στο νησί, προσπαθούσαν να τους πετάξουν. Το τι επακολουθούσε δε δύναται να περιγραφεί με λόγια. Γινόταν πανζουρλισμός από τις φωνές τους. “Αμόλα καλούμα”. Η φωνή αυτή ακουγόταν καθώς ο χαρταετός κέρδιζε ύψος.
Τα παιδιά συναγωνίζονταν μεταξύ τους ποιος θα επικρατεί, ποιου ο χαρταετός θα κατόρθωνε τελικά να πετάξει και ποιου θα έφτανε πιο ψηλά.

“Ξεφταλάγιαζαν” που θα έλεγε κι ο αξέχαστος μεγάλος λαογράφος και ιστορικός του νησιού μας,
 Τζώρτζης Ανωμήτρης, τις παραλίες από τις φωνές τους.
Όσοι χαρταετοί κατόρθωναν τελικά κι ανέβαιναν ψηλά, συναντούσαν τους γλάρους και πετούσαν παρέα μαζί στο λαφονησιώτικο ουρανό.



Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2017

Γιατι οι έφηβοι είναι κολλημένοι με τα social media

  ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ & ΑΝΘΡΩΠΟΣ 

Γράφει ο Γιάννης Ξηντάρας 
– Ψυχολόγος, www.paidi-efivos.gr

Social media: μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δηλαδή ένας τρόπος να έρθουμε σε επαφή με τους άλλους. Πριν τον αφορίσουμε μόνο και μόνο επειδή είναι νέος, ας δούμε τα θετικά του και τις ευκολίες που προσφέρει:
1. είναι εύκολος.
2. μας προφυλάσσει από την έκθεση του πραγματικού εαυτού μας.
3. έχει πολλές εφαρμογές: συνδυάζει εικόνα, ομιλία, φωτογραφία, βίντεο, παιχνίδια κλπ…
Επίσης, θα πρέπει πριν ξεκινήσει ο προβληματισμός μας για τους έφηβους, να απευθυνθούμε στους ενήλικους εαυτούς μας: «εμείς γιατί κολλάμε;». (Ίσως αυτό και μόνο αρκεί για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να αλλάξουν, φτάνει να καταλάβουμε γιατί εμείς κολλάμε με όλα αυτά και πρώτα εμείς να ξεκολλήσουμε...).
Τα παιδιά λοιπόν, πιστεύω ότι ''κολλάνε'' με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γιατί δεν έχουμε κάτι καλύτερο να τους προσφέρουμε, ως κοινωνία, ως σχολείο, ως οικογένεια.
Οι πάντες τρέχουν για τις δουλειές τους, για τις υποχρεώσεις τους και δεν μένει ουσιαστικός χρόνος για να ασχοληθούμε με τα παιδιά (π.χ. την ώρα που γράφω το κείμενο ο μικρός μου γιος, που είναι άρρωστος και δεν πήγε σήμερα στο σχολείο, παίζει ένα παιχνίδι στον υπολογιστή!! Θα μπορούσα να επιλέξω να μην γράψω αυτό το κείμενο και να παίξω μαζί του… Όμως η παρόρμησή μου να «κάνω την δουλειά μου» με οδηγεί στο γραφείο και τον γιο μου στον υπολογιστή).
Όταν ασχοληθούμε με τα παιδιά, όταν τους προτείνουμε μια βόλτα, μια εκδρομή, μια ασχολία και όταν αυτό γίνεται συστηματικά στο πλαίσιο μιας καλά δομημένης σχέσης και όχι αποσπασματικά, τότε τα παιδιά συνήθως ανταποκρίνονται και δεν αποκτούν εξαρτήσεις. Μαθαίνουν μέσα από τις επιλογές που έχουν και επενδύουν τα ενδιαφέροντά τους σε περισσότερα από ένα πράγματα.
Κατά συνέπεια, στο ερώτημα τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε, η απάντηση είναι φαινομενικά απλή: να επενδυθούμε πρώτα (και όσο πιο νωρίς τόσο πιο καλά) εμείς σε αυτά, στην σχέση μας μαζί τους, να συνδεθούμε μαζί τους , πριν συνδεθούν με τον υπολογιστή.

________
Υ.Γ. και πάλι τα παιδιά θα μπούνε στο internet, στο Facebook κτλ. Όμως τότε ίσως το κάνουν με μέτρο, ακριβώς γιατί θα έχουν περισσότερες επιλογές για να μοιραστούν το χρόνο και τα ενδιαφέροντά τους!
~~~~~~~~~~~
_______________
Ο Γιάννης Ξηντάρας είναι Ψυχολόγος-Οικογενειακός Σύμβουλος, τ.συνεργ. στο Νοσοκομείο Παίδων “Αγία Σοφία”, μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Εφηβικής Ιατρικής και του Ευρωπαικού Συλλόγου Ψυχοθεραπείας. Απόφοιτος Ε.Κ.Π.Α, επιστημονικός υπεύθυνος στο Κέντρο Συμβουλευτικής και Ψυχολογικής Υποστήριξης “Επαφή”.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟΥ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ


Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟΥ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
(Μια φωτογραφία του Γ. Ν. Τζανάκου)

-Μπορεί ένα ξύλινο κλουβάκι (1.30 Χ 1.50 μ.) να γίνεται η καρδιά ενός κόσμου;
-Μπορεί!!! Γιατί είναι το ελληνικό περίπτερο. Μια ελληνική ιδιαιτερότητα και πρωτοτυπία, ένα αναπόσπαστο και χαρακτηριστικό κομμάτι της κοινωνίας μας εδώ και πολλές 10ετίες, που χρωματίζει όμορφα κι αισιόδοξα την καθημερινότητά μας κι έχει ζυμωθεί με αναμνήσεις ζωής.
Τα περίπτερα πρωτοεμφανίστηκαν ως καπνοπωλεία μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας στο Ναύπλιο, που ήταν η πρώτη πρωτεύουσα του Ελληνικού Κράτους , και μετά επεκτάθηκαν σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, πληθαίνοντας και τα προϊόντα που πουλούσαν, εκτός από τον καπνό και τα τσιγάρα . 
Η λέξη «περίπτερο» είναι σε χρήση από την αρχαιότητα ως επίθετο στον «περίπτερο ναό» τον ναό , δηλαδή , που περιβάλλεται από κίονες σ’ όλες τις πλευρές του. 
Στα 1889 , ως κοινωνική πολιτική , θεσμοθετήθηκε η χορήγηση αδειών περιπτέρων σε τραυματίες πολέμου κι έτσι ο αριθμός τους μεγάλωσε κατά πολύ . Αργότερα , με αλλαγή της σχετικής νομοθεσίας , τα περίπτερα έγιναν όλα ομοιόμορφα , ομοιόχρωμα και με τις ίδιες διαστάσεις (1,30μ χ 1,50μ) για όλην την Ελλάδα. Η θέση τους ορίστηκε στις γωνίες των πεζοδρομίων και των πλατειών , σε πάρκα και σε στάσεις λεωφορείων . O ερχομός του τηλεφώνου στην Ελλάδα έδωσε τεράστια ώθηση στα περίπτερα των αστικών κέντρων . Επειδή το τηλέφωνο στο λαϊκό σπίτι , τότε , ήταν όνειρο ανεκπλήρωτο , τα περίπτερα , με τα τηλέφωνα που τοποθέτησαν για κοινή χρήση , έγιναν το κέντρο ζωής για τους ανθρώπους κάθε συνοικίας , οι οποίοι (ως εσωτερικοί μετανάστες που ήταν οι περισσότεροι) απ’ το τηλέφωνο του περίπτερου επικοινωνούσαν με τους συγγενείς και φίλους στο χωριό ή σφυρηλατούσαν αισθηματικές σχέσεις εντός του άστεως που συνήθως κατέληγαν σε αρραβώνα και γάμο . Φυσικά ο περιπτεράς (εκών - άκων) γινόταν κοινωνός των όσων λέγονταν από το τηλέφωνο , γι’ αυτό και η λαϊκή σοφία αποφάνθηκε τελεσίδικα :
«Οι περιπτεράδες ξέρουν περισσότερα για τη γειτονιά από τους πάντες»
Η παρουσία αλλά και ο ρόλος του περίπτερου στην καθημερινή ζωή του Έλληνα ήταν τόσο σημαντική , ώστε το περίπτερο έγινε κεντρικό θέμα και σε ελληνικές ταινίες της εποχής , με αξέχαστη και κορυφαία ανάμεσά τους την ταινία «Τζιπ , περίπτερο κι αγάπη» (1957) στην οποία πρωταγωνιστούσαν οι : Νίκος Σταυρίδης , Νίκος Ρίζος , Μαρίκα Νέζερ , Γιάννης Γκιωνάκης , Κώστας Χατζηχρήστος , Σοφία Ματθιουδάκη , Βίλμα Κύρου , Κούλα Αγαγιώτου , κ.α. . 
Τα περίπτερα , όπως και κάθε χώρος στον οποίο ζει και δουλεύει ο άνθρωπος , δεν είναι απλά μαγαζιά επιβίωσης . Είναι (πάνω απ’ όλα) τόποι , που ο άνθρωπος ποτίζει και μπολιάζει με τον ιδρώτα και το αίμα του , με τις αγωνίες και τις ελπίδες του , με τις χαρές του και τις λύπες , και γι’ αυτό και είναι τόποι ιεροί , τόποι στους οποίους φύτρωσε σαν σποράκι ταπεινό η ζωή και ψήλωσε και θέριεψε κι έβγαλε φύλλα και άνθη και καρποφόρησε και άφησε στίγμα ανεξίτηλο στη βραγιά που η μοίρα κι ο Θεός τη φύτεψαν στο περιβόλι τους .
Κάπου στα 1958 ένας εξαίρετος και προικισμένος Λάκωνας Φωτογράφος με καλλιτεχνικές ευαισθησίες , ο Γιώργος Ν. Τζανάκος , στάθηκε στη μέση της οδού Παλαιολόγου στη Σπάρτη , σήκωσε τη μηχανή του , καδράρισε το θέμα με την έμπειρη κι ευαίσθητη ματιά του , και πάτησε το κλείστρο στην κατάλληλη στιγμή, αποτυπώνοντας στο φιλμ το περίπτερο της γωνίας Παλαιολόγου και Ευαγγελιστρίας του οποίου η άδεια ήταν (τότε) στο όνομα του Αντωνίου Διακουμάκου του Ιωάννου. 
Ο Αντώνης Ι. Διακουμάκος , παιδί φτωχής αγροτικής οικογένειας , είχε γεννηθεί στην Τάραψα Λακωνίας στα 1901 . Η πατρίδα τον κάλεσε στα 1919 στη Μικρασιατική Εκστρατεία . Σε κάποια απ’ τις πολλές και σκληρές μάχες με τους Τούρκους ο Αντώνης δέχτηκε μια σφαίρα κατάστηθα . Γλίτωσε τη ζωή του αλλά μέχρι που πέθανε , στα 1962 , βασανιζόταν από τα τραύματά του . Παρά τον σοβαρό τραυματισμό του ο Αντώνης Διακουμάκος βρήκε δύναμη να σταθεί όρθιος και να παλέψει τη ζωή . Γύρισε στο χωριό του , ασχολήθηκε με τη γη σαν αγρότης , παντρεύτηκε με την Ελένη Μητρούση από τη Σπάρτη , κόρη του γερο-Νικόλα του χτίστη από το Βυζίκι Γορτυνίας και στα 1933 , ως ανάπηρος πολέμου , έκανε αίτηση για άδεια περιπτέρου στη Σπάρτη . Η αίτηση εγκρίθηκε , η οικογένεια Αντώνη Διακουμάκου μετακόμισε στη Σπάρτη και πολύ γρήγορα , με τις οικονομίες που είχαν , έστησαν το περίπτερό τους στη γωνία Παλαιολόγου και Ευαγγελιστρίας . Ήταν ένα απλό ξύλινο περιπτεράκι , μέσα στις προδιαγραφές του νόμου , βαμμένο στο χρώμα της ώχρας , με πόρτα από την ανατολή , με τζάμια-βιτρινούλες ολόγυρα και παραθυράκια που ανεβοκατέβαιναν για την εξυπηρέτηση των πελατών . Το βράδυ που έκλεινε το περίπτερο όλη η βιτρίνα ολόγυρα σφάλιζε με τετράφυλλα ξύλινα παντζούρια . Στο γείσο του περιπτέρου γωνιακές σιδεριές (2 σε κάθε πλευρά) , στολισμένες με έλικες , στήριζαν την όμορφη τετράριχτη λαμαρινένια στέγη που έμοιαζε να έχει μετακομίσει εδώ από κάποιο βυζαντινό χτίσμα του παλιού καιρού . Γύρω , στις τρεις πλευρές , από την έξω μεριά , ήταν τα στενά ξύλινα περβάζια για την εξυπηρέτηση των πελατών και του περιπτερά , αφού εκεί ακουμπούσαν τα είδη που αγοράζονταν αλλά και το αντίτιμο και τα ρέστα του πελάτη. Προμετωπίδα του περιπτέρου προς την Παλαιολόγου μια πινακίδα με την επιγραφή :
« ΚΑΠΝΟΠΩΛΕΙΟΝ
Α. Ι. ΔΙΑΚΟΥΜΑΚΟΥ» 
Αυτό το μικρό και ταπεινό περιπτεράκι διάλεξε να κάνει πολεμίστρα ζωής , ο κυρ Αντώνης ο Διακουμάκος . Καθισμένος στην καρεκλίτσα του από τις 5.30΄το πρωί μέχρι τις 11 το βράδυ έδινε τον καθημερινό του αγώνα για να ζήσει την οικογένειά του , πουλώντας τα τσιγάρα , τα ψιλικά , τους ξηρούς καρπούς , τις οδοντόκρεμες και τις οδοντόβουρτσες , τις κρέμες ξυρίσματος , τα πινέλα και τα κύπελα για τη σαπουνάδα , τις τσατσάρες και τα καθρεφτάκια , τις σοκολάτες και τα μπισκότα , τα μοσχοσάπουνα , τα παυσίπονα , τις εφημερίδες και τα περιοδικά …και ό,τι άλλο , τέλος πάντων , αποτελούσε την «περιουσία» του παλιού περίπτερου . Τα ζαχαρώδη και τους ξηρούς καρπούς τα προμηθευόταν από το κατάστημα «ΓΚΑΤΣΗ» στις καμάρες της Ευαγγελιστρίας απέναντι από το περίπτερο και τα ψιλικά από το κατάστημα «ΤΖΑΒΙΔΟΠΟΥΛΟΥ» στην Κων/νου Παλαιολόγου , κοντά στο ξενοδοχείο «ΜΕΝΑΛΑΪΟΝ» . Στη δουλειά αυτή τον βοηθούσαν και τα δυο του παιδιά , ο Νίκος και ο Γιάννης (ιδιαίτερα ο Νίκος) , η γυναίκα του η κυρά Ελένη και η νύφη του η Γεωργία (σύζυγος του Νίκου) , μοιράζοντας τις πολύωρες βάρδιες στο περίπτερο , ανάλογα με τις ανάγκες και τις υποχρεώσεις που είχε ο καθένας .
Το σημείο εκείνο που στήθηκε το περίπτερο του Αντώνη Ι . Διακουμάκου ήταν μια πολύ ζωντανή γειτονιά της παλιάς Σπάρτης . Κατ’ αρχήν , το περίπτερο βρισκόταν ανάμεσα σε δυο απ’ τα πιο πολυσύχναστα καφενεία της Σπάρτης , το καφενείο του Θανάση Φιντάνη και το καφενείο των Αφών Νίκου και Φοίβου Τράγκα . Κοντά του ήταν και η περίφημη «Πλατάνα» , ένα μεγάλο πλατάνι που ήταν σημείο αναφοράς για τους παλιούς Σπαρτιάτες . Εκεί , στην αλάνα της Πλατάνας , άραζαν τα καρότσια τους και ξεκουράζονταν οι αχθοφόροι που έκαναν τότε τις πάσης φύσεως μικρομεταφορές μέσα στην πόλη . Το κομμάτι της οδού Ευαγγελιστρίας , στην πλάτη του περίπτερου κάτω από τις καμάρες , ήταν γεμάτο με μαγαζάκια ισόγεια ή υπόγεια , όπως ταβέρνες (περίφημη η υπόγεια ταβέρνα του Νίκωνα του Μητρούση αδερφού της κυρά Ελένης της γυναίκας του Αντώνη Διακουμάκου) , μπακάλικα (ποιος δεν θυμάται το γωνιακό μπακάλικο-πρατήριο σιγαρέτων Σκιαδά – Κούτσαρη και δίπλα εκείνο του Κανελλάκη) , τσαγκάρικα ( υπόγειο τσαγκάρικο Λάμπρου Λαμπρόπουλου) , φανοποιεία (υπόγειο «φανοποιείον» Σπυρίδωνος Νικολάου) , καφενεία ( Χαντζάκου , Μαύραινας …) , κ.α. ενώ , λίγο πιο κάτω , στη διασταύρωση της Ευαγγελιστρίας με την Α. Νίκωνος και τη Χαμαρέτου , βρίσκονταν τα «παλιά σφαγεία» και η πιάτσα με τα κάρα που αργότερα έγινε πιάτσα για τις μοτοσικλέτες μεταφορών . Στο πεζοδρόμιο , επίσης , κάτω από τις καμάρες της οδού Ευαγγελιστρίας , στο κομμάτι νότια του Μουσείου , έστηναν πάγκους ή άραζαν τα καροτσάκια τους διάφοροι μικροπραματευτές της βιοπάλης , όπως ο μπαρμπα – Νίκος ο Νικητόπουλος με τα ψιλικά του , που αργότερα άνοιξε μαγαζί ψιλικών δικό του στην Παλαιολόγου . Ακόμα και μπουζοπούλες καλοψημένες και λαχταριστές έφερναν εκεί (εποχιακά) σε υπαίθριους πάγκους , τις έκοβαν και τις πουλούσαν , ο Τάσος ο Φλέσσας (Ληστής) και ο Μίμης ο Κοντάκος . Απ’ έξω από το καφενείο του Χαντζάκου έστηνε ψησταριά κι έψηνε κοκορέτσι ο Μίμης ο Κουβαράκος ενώ , παρακάτω , έξω από του Τράγκα το καφενείο , έφερναν λάδι σε τενεκέδες και το πουλούσαν διάφοροι ελαιοπαραγωγοί !
Εποχές δύσκολες αλλά ανθρώπινες και ζεστές , με χρώμα και άρωμα που ακόμα αναζητούμε ξεφυλλίζοντας το λεύκωμα των αναμνήσεων . Εποχές διαφορετικές , με ανθρώπους άλλους , διαφορετικούς , έτσι όπως αδρά τους περιγράφει ο Φώτης Κόντογλου :
«Αλλά και οι άνθρωποι δεν ήτανε πλεονέχτες , ο πλούσιος έδινε στον πιο φτωχό , κι ο φτωχός πάλε δεν ήθελε σώνει και καλά ν’ ανεβεί απάνου από τον άλλον , δε λίμαζε , δεν τον έτρωγε η ζηλοφθόνια , ούτε ο νους του ήτανε όλο στο κέρδος , μόνο πέρναγε η ζωή τους με ειρήνη βαθιά , κι ο Θεός τους βλογούσε από πάνου».
Ήταν , λοιπόν , το περίπτερο του Αντώνη Ι .Διακουμάκου , στην καρδιά ενός μικρόκοσμου της Σπάρτης που έσφυζε από ζωή και καθώς οι μέλισσες μαζεύονται γύρω από τα λουλούδια , έτσι και οι «θαμώνες» της περιοχής μαζεύονταν γύρω από το περίπτερο «ΔΙΑΚΟΥΜΑΚΟΥ» αναπτύσσοντας μιαν ιδιαίτερη σχέση με τον περιπτερά τον κυρ-Αντώνη και το υπόλοιπο «προσωπικό» του περίπτερου , αφού ο περιπτεράς είναι ΚΑΙ έμπιστος φίλος ΚΑΙ «δικός» ΚΑΙ «εξομολόγος» και …και …και …Το περιπτεράκι αυτό ήταν κάτι σαν αλατοπίπερο ζωής . Εκεί πήγαιναν να ψωνίσουν , εκεί για να δώσουν και να πάρουν μιαν «καλημέρα» ή μια «καληνύχτα» , εκεί για να «κουτσομπολέψουν» τα μικρά και μεγάλα συμβάντα της πόλης και της ζωής , εκεί για να πουν τον πόνο και τη χαρά τους , εκεί για να εξομολογηθούν τα μικρά και μεγάλα μυστικά που τους βάραιναν , εκεί για να πάρουν χρήσιμες πληροφορίες , εκεί άφηναν παραγγελίες … «κυρ-Αντώνη άμα περάσει ο τάδε να του πεις…» , ή σημειώματα και πράγματα … «Φύλαξε το κυρ-Αντώνη! Θα περάσει να το πάρει ο…»! Η καθημερινότητα των ανθρώπων που κατοικούσαν, δούλευαν , ψώνιζαν ή σύχναζαν στην περιοχή είχε ταυτιστεί μ’ αυτό το μικρό περιπτεράκι που έγραψε τη δική του μικρή ιστορία στο βιβλίο της πόλης μας και που ανάστησε μιαν ολόκληρη κοινωνία γύρω από το μικρό , το ελάχιστο οικοπεδάκι όπου έριξε τα θεμέλιά του .
Κοιτάζοντας τη φωτογραφία του παλιού περίπτερου , με μια πρώτη ματιά θα πεις ότι είναι μια απλή φωτογραφία όπως άλλες πολλές . Αν σταθεί το βλέμμα σου , όμως , λιγάκι παραπάνω και κοιτάξεις πιο προσεχτικά , θα δεις πως είναι ένα παράθυρο στο χρόνο , απ’ το οποίο μπορείς ν’ αγναντέψεις τους ανθρώπους και να αφουγκραστείς τη ζωή μιας άλλης εποχής : 
Σε πρώτο πλάνο βλέπεις το καλοφτιαγμένο περίπτερο με την πινακίδα του ιδιοκτήτη κάτω από την ηλεκτρική λάμπα που άναβε τα βράδια :
«ΚΑΠΝΟΠΩΛΕΙΟΝ
Α. Ι. ΔΙΑΚΟΥΜΑΚΟΥ» 
Στη φάτσα τρεις χαρακτηριστικές διαφημιστικές πινακίδες της εποχής , μια για το θρυλικό ελληνικό τσιγάρο «ΑΣΣΟΣ φίλτρο ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ» , μια για τα επίσης θρυλικά ξυραφάκια και ξυριστικές μηχανές Gillete και , τέλος , άλλη μια για την «Καλμαλίνη» το ελληνικό παυσίπονο με το μεταλλικό κουτί , που όταν άδειαζε το χρησιμοποιούσαν οι νοικοκυρές για να βάζουν βελόνες , καρφίτσες , κουβαρίστρες , καρούλια , κουμπιά , κλπ ή τα παιδιά της εποχής για τους βόλους και τις χαλκομανίες τους . Έξω απ’ το περίπτερο , δεξιά , κρέμεται ένα καλάθι για τα χαρτάκια και τα σκουπίδια και κάτω στο πεζοδρόμιο κάποιος έχει ακουμπήσει (στην επιστασία του περιπτερά ) ένα κοφίνι , τόσο απαραίτητο τότε για όσους έρχονταν απ’ τα χωριά για να ψωνίσουν στην πόλη .
Στις σχολαστικά τακτοποιημένες βιτρινούλες του περίπτερου διακρίνονται τα περίφημα μοσχοσάπουνα «ΕΡΜΗΣ» , οι μοναδικές και αξέχαστες οδοντόκρεμες «ΚOLYNOS» , κουτάκια με τσίχλες , πινέλα ξυρίσματος , στραγάλια , δυο γυάλινα βάζα με ξηρούς καρπούς , κ.α. . Απ’ το σηκωμένο τζαμάκι της πρόσοψης ποζάρει όμορφος , νέος και χαμογελαστός , με άσπρο πουκαμισάκι και περιποιημένο μουστάκι , ο Νίκος Διακουμάκος , γιος του κυρ-Αντώνη , που κάνει τη βάρδια του καθισμένος στην καρέκλα του περιπτερά . Έξω από το περίπτερο , στα δεξιά , στέκεται ένας πελάτης , νέος , σκεφτικός , καλοντυμένος στα λευκά , μ’ ένα τσιγάρο στα χείλη , μια φιγούρα που κάνει πιο έντονη την καλλιτεχνική αξία της φωτογραφίας και δείχνει την εγνωσμένη ικανότητα του φωτογράφου Γιώργου Ν. Τζανάκου , να «στήνει» σωστά , με ισορροπία κι ευαισθησία τα φωτογραφικά του θέματα . Πίσω απ’ τον περιπτερά διακρίνεται η φιγούρα του γνωστού στη Σπάρτη μπαλωματή Λάμπρου Λαμπρόπουλου από Κατσίμπαλη Μεγαλοπόλεως , ο οποίος μπαλώνει και διορθώνει χαλασμένα παπούτσια μπροστά στον υπαίθριο πάγκο του ενώ δίπλα του τον συντροφεύει η γυναίκα του . Αργότερα ο Λάμπρος Λαμπρόπουλος νοίκιασε ένα υπόγειο δίπλα από κει που έστηνε τον πάγκο και δούλεψε τσαγκάρης μέχρι που πήρε σύνταξη κάπου στη 10ετία του ’80.
Δεξιά απ’ το περίπτερο , στο βάθος , διακρίνεται ο λούστρος ο κουτσο-Παναγιώτης που έστηνε το κασελάκι του καθημερινά εκεί στη γωνία για το πικρό μεροκάματο και πίσω του το ιστορικό μπακάλικο – καφεκοπτείο - καπνοπωλείο «ΣΚΙΑΔΑ – ΚΟΥΤΣΑΡΗ» με τις διαφημιστικές πινακίδες του καφέ «ΜΠΡΑΒΟ» και του τοματοπελτέ «ΚΥΚΝΟΣ» στην πρόσοψη . Μέχρι κι ένας πελάτης διακρίνεται αχνά μέσα στο μπακάλικο !!!
Πρόκειται , πραγματικά , για μια αριστουργηματική φωτογραφία του Γιώργου Ν. Τζανάκου , από εκείνες τις φωτογραφίες στις οποίες ταιριάζει απόλυτα το απόφθεγμα του αμερικανού φωτογράφου Garry Winogrand , 1928-1984 : 
«Για μένα η πραγματική δουλειά της φωτογραφίας είναι να συλλάβει ένα κομμάτι της πραγματικότητας (ό,τι κι αν είναι αυτό) στο φιλμ. Αν αργότερα η πραγματικότητα σημαίνει κάτι για κάποιον άλλο , τόσο το καλύτερο».
Το ταπεινό αυτό περίπτερο του Αντώνη Ι . Διακουμάκου , εκεί στη γωνία Παλαιολόγου κι Ευαγγελιστρίας στη Σπάρτη , είδε κι αφουγκράστηκε πολλά : Τη φτώχεια και τη δυστυχία του μεσοπολέμου , τη δόξα και την πατριωτική έξαρση του 1940 , τη μαύρη νύχτα της κατοχής 1941-44 , τον πικρό και αδερφοκτόνο εμφύλιο 1944 - 49 , την ταραγμένη πολιτικά και κοινωνικά περίοδο της 10ετίας του ’50 , την δημοκρατική ελπίδα του ’60 , τη στυγνή δικτατορία 1967-1974 , την επιστράτευση-οπερέτα του 1974 , την ανάταση της μεταπολίτευσης αλλά και τις ματαιωμένες ελπίδες … . Οι άνθρωποι έγραφαν την Iστορία και το περίπτερο ήταν εκεί , βουβός μάρτυρας και καταγραφέας αυτών που συνέβαιναν γύρω του . 
Στα 1962 ο Αντώνης Ι. Διακουμάκος ταλαιπωρημένος από τα τραύματα του μικρασιατικού πολέμου πέθανε σε ηλικία μόλις 62 ετών . Τη θέση του καπετάνιου στο μικρό καράβι την πήρε δικαιωματικά και άξια η γυναίκα του κυρ-Αντώνη , η Ελένη Διακουμάκου-Μητρούση , μια πληθωρική και δυναμική προσωπικότητα που της χάρισε το δημοφιλές παρατσούκλι … «Ελενάρα» . Είναι χαρακτηριστικό ένα περιστατικό που αφηγείται ο γιος της ο Νίκος :
«Μια μέρα ένας πελάτης του καφενείου , συμφώνησε με την παρέα του να πάει να πειράξει την Ελενάρα , για να γελάσουν . Πλησίασε , λοιπόν , στο περίπτερο κι άρχισε να της απευθύνει «τρυφερότητες» . Τότε η Ελενάρα τον αποπήρε αγριοφωνάζοντας :
-Τι λες , ρε αρχαίε ; Βρήκες λουλούδι να μυριστείς ; Εγώ , ρε , είμαι γαϊδουράγκαθο!
Και βουτώντας τη μαγκούρα της βγήκε έξω απ’ το περίπτερο και τον πήρε του «κυνήγου» ενώ οι θεατές είχαν λυθεί από τα γέλια !!!
Στο περίπτερο «ΔΙΑΚΟΥΜΑΚΟΥ» αναγκάστηκε κάποτε να σταματήσει κι ένας βασιλιάς : Τον Μάιο του 1963 ο βασιλιάς Παύλος με τη γυναίκα του Φρειδερίκη και τα παιδιά του Κωνσταντίνο και Ειρήνη έκαναν περιοδεία στην Πελοπόννησο . Από την περιοδεία αυτή δεν ήταν δυνατό να λείπει ο βασιλικότερος νομός της Ελλάδας , η Λακωνία . Αφού η βασιλική οικογένεια επισκέφτηκε τη Σπάρτη όπου της έγινε ενθουσιώδης και μεγαλειώδης υποδοχή , μετέβη στη συνέχεια στο Γύθειο . Επιστρέφοντας την επομένη από το Γύθειο η βασιλική οικογένεια για να πάει μέσω Ταϋγέτου στην Καλαμάτα ξαναπέρασε από τη Σπάρτη όπου πλήθος κόσμου, παρατεταγμένου ένθεν κι ένθεν επί της κεντρικής οδού της πόλης , της Κων/νου Παλαιολόγου , τους αποθεώνει και τους επευφημεί για δεύτερη φορά . Ξαφνικά το βασιλικό αυτοκίνητο φρενάρει απότομα μπροστά από το περίπτερο «ΔΙΑΚΟΥΜΑΚΟΥ»! Η Ελενάρα , με μια ανθοδέσμη στα χέρια , έχει πεταχτεί από το περίπτερο μέσα στο δρόμο , για να τη δώσει στη «βασίλισσά της τη Φρειδερίκη» !!!. Κάποιοι αστυνομικοί προσπάθησαν να την εμποδίσουν , αλλά φάνηκαν πολύ λίγοι μπροστά στη δυναμική και πληθωρική Ελενάρα . Τους απώθησε , βγήκε στη μέση της λεωφόρου , ανάγκασε το βασιλικό αυτοκίνητο να σταματήσει , παρέδωσε την ανθοδέσμη στη Φρειδερίκη , αποχώρησε πανευτυχής , κι έτσι μπόρεσαν οι βασιλείς να συνεχίσουν την περιοδεία τους !!!
Κάθε μέρα , η Ελενάρα , χειμώνα –καλοκαίρι , κατά τις 5 το πρωί , έπαιρνε το δρόμο από το σπίτι της στο Νέο Κόσμο , για ν’ ανοίξει το περίπτερο . Αν ήταν χειμώνας έπαιρνε μαζί της κι ένα τενεκεδάκι με κάρβουνα από τη σόμπα για ν’ ανάψει το μαγκαλάκι εκεί στο περίπτερο . Όσοι τη συναντούσαν εκείνη την άγρια χειμωνιάτικη ώρα μέσα στα σκοτάδια έχουν να λένε για τις βρισιές που εκτόξευε στο «κωλόκαιρο» με τη βραχνή και δυνατή χοντροφωνή της . 
Με τη βοήθεια του γιου της του Νίκου και της νύφης της Γεωργίας κράτησε η Ελενάρα το περίπτερο ως το 1979 οπότε πήγε να συναντήσει στον ουρανό τον αγαπημένο της άντρα , τον Αντώνη , σε ηλικία 82 ετών . Την επομένη χρονιά , 1980 , το περίπτερο έφυγε από το «Διακουμακέικο» και πήγε σ’ άλλον ιδιοκτήτη .
Οι εποχές ήδη άλλαζαν ραγδαία , μαζί τους και τα περίπτερα . Έτσι και τούτο το παλιό περίπτερο της φωτογραφίας έκλεισε ένα όμορφο κεφάλαιο 47 ολόκληρων χρόνων κι έβαλε το βιβλίο του στο ράφι της βιβλιοθήκης των αναμνήσεων . Σήμερα , με διαφορετική μορφή και όψη , υπάρχει ακόμα , ανασκαλεύοντας και ζωντανεύοντας στη μνήμη των παλαιών τις παλιές θύμησες , ενός καιρού που πέρασε αλλά πάντα φωνάζει : «παρών» !
«Αναμνήσεις .
Ξεθωριάζουν με το χρόνο λίγο .
Κιτρινίζουν στις άκρες , τσαλακώνονται σαν ρυτίδες προσώπου ,
μυρίζουν πολυκαιρία .
Σαν παλιές φωτογραφίες .
Αλλά , αν δεν θες να χαθούν, δεν χάνονται».


ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΤΖΑΝΑΚΟΣ
Ο Γιώργος Ν. Τζανάκος γεννήθηκε το 1929 στο χωριό Αχωμάτου (σημερινό Σμήνος) της Λακωνίας. Από μικρή ηλικία ασχολήθηκε με τη φωτογραφία . Έφηβος ακόμα εργαζόταν στο φωτογραφείο «Μονεμβασίτη» στο Γύθειο , όπου (στη συνέχεια) άνοιξε δικό του φωτογραφείο. Το 1949/1951 υπηρέτησε τη θητεία του στα Λ.Ο.Κ. . Το 1954 εγκαταστάθηκε στις Κροκεές . Παντρεύτηκε τη Βούλα Κοσμάκου με την οποία απέκτησε δύο παιδιά , τον Νίκο και τον Γιώργο . Πέθανε και κηδεύτηκε στις Κροκεές στις 11-3-1959 , στα τριάντα του χρόνια .
Ο Γιώργος Ν. Τζανάκος εκτός από καλός επαγγελματίας υπήρξε κι ένας προικισμένος, ευαίσθητος και δημιουργικός καλλιτέχνης φωτογράφος , αφήνοντας ως παρακαταθήκη ζωής πάνω από 15.000 φωτογραφίες υψηλής αισθητικής αρτιότητας και πλούσιας θεματολογίας, οι οποίες αποτελούν για τον τόπο μας μαρτυρίες ζωής μιας άλλης εποχής!


2-2-2017
Βαγγέλης Μητράκος